"Η ΘΑΛΑΣΣΑ" Διήγμα. Συγγραφέας: Ανδρέας Καρκαβίτσας
Περιγραφή: Το διήγημα η "Θάλασσα" ασχολείται με τα πρώτα βήματα ενός νεαρού ναυτικού και την μετέπειτα προσπάθεια του να απαρνηθεί τη μεγάλη του αγάπη και να προσαρμοστεί στην αγροτική ζωή. Σελίδες: 13 Μέγεθος Αρχείου: 0.1 Mb PDF
"Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΝΕΜΑΝΙΑ" Διήγημα. Συγγραφέας: Ελ Ρόι
Περιγραφή: Θα σας πω, ή μάλλον θα σας γράψω, μια αληθινή ιστορία που μόνο αληθινή δεν είναι. Μιλάει για το τι γίνεται όταν κάποιος καταλαβαίνει ότι η πλατεία που ζει δεν είναι τόσο μεγάλη και ελεύθερη όσο λένε, αλλά τριγύρω έχει γκρίζα τείχη. Μιλάει για έναν άνθρωπο που του είπαν ότι είναι κάποιος, αλλά δεν τους πίστεψε. Μιλάει για φωτιές και πλημμύρες, για λιακάδες και γιορτές. Μιλάει για τη ζωή.
Σελίδες: 50 Μέγεθος Αρχείου: 10.1 Mb ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ
"ΜΟΣΚΩΒ ΣΕΛΗΜ" Διήγημα. Συγγραφέας: Γεώργιος Βιζυηνός
Περιγραφή: Ο Μοσκώβ - Σελήμ είναι το τελευταίο διήγημα του Βιζυηνού και δημοσιεύτηκε σε συνέχειες στην εφημερίδα Εστία από τις 28 Απριλίου 1895, ενώ ο Βιζυηνός βρισκόταν έγκλειστος στο ψυχιατρείο. Πρόκειται για ένα αφήγημα πλούσιο σε ηθογραφικά και ψυχογραφικά στοιχεία και μας παρουσιάζει τις περιπέτειες ενός κυνηγημένου και αδικημένου ανθρώπου, του Τούρκου Σελήμ. Ο Βιζυηνός με τον Μοσκώβ - Σελήμ μας παρουσιάζει τον χαρακτήρα και τις αντιλήψεις της τουρκικής κοινωνίας και την επίδραση του οικογενειακού και κοινωνικού περιβάλλοντος στη διαμόρφωση της προσωπικότητας του Σελήμ και έτσι δίνει έμμεσα στους αναγνώστες του και τη δική του θεωρία ζωής.
Η ιστορία διαδραματίζεται στη Θράκη, όπου ο αφηγητής συναντά έναν παράξενο γέροντα, τον Σελήμ που στην εξωτερική του εμφάνιση έχει στοιχεία και τουρκικά και ρωσικά. Ο γέρος, που αποκαλείται Μοσκώβ - Σελήμ, διηγείται τις περιπέτειες της ζωής του, την απελπισμένη προσπάθειά του να γίνει αρεστός στον πατέρα του, τη συμμετοχή του στον πόλεμο εναντίον των Ρώσων και την αγάπη του γι’ αυτούς, που του φέρθηκαν με μεγάλη ανθρωπιά, όταν πιάστηκε αιχμάλωτός τους. Μέσα στην ψυχή του γέροντα υπήρχε μια έντονη διαμάχη ανάμεσα στην αγάπη του για την πατρίδα και στην αγάπη του για τους Ρώσους. Γλώσσα: Ελληνικά
Σελίδες: 36 Μέγεθος Αρχείου: 0.2 Mb Κατέβασέ το εδώ:
"Ο ΠΟΡΤΙΕΡΗΣ" διήγημα. Συγγραφέας: Χρυσουλάς ΑρχοντήςΠεριγραφή: Ένας άνθρωπος της νύχτας τριγυρνά μέσα σε μονοπάτια όπου καθρεφτίζονται οι σκέψεις του. Σημεία των καιρών, απόγνωση, αγανάκτηση, μια σύγχρονη καθημερινή τραγική φιγούρα. Ρεαλισμός και αυτόματη γραφή.
Γλώσσα: Ελληνικά. Σελίδες: 22 Μέγεθος Αρχείου: 0.1 Mb PDF Δες το εδώ:
''Η ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΜΙΑΣ ΚΑΜΕΡΑΣ" Διήγημα Συγγραφέας: Αρχοντής Χρύσουλας
Περιγραφή: Τι θα έλεγε μια κάμερα αναρτημένη πάνω σε στύλο σ' ένα δρόμο της Θεσσαλονίκης; Ποια θα ήταν η γνώμη της για τα γεγονότα που λαμβάνουν χώρα μπροστά στον γυαλισμένο της φακό; Μπορεί να δει τα πάντα. Αλλά δεν βιώνει το συναίσθημα. Μια πορεία απ' το ρεαλισμό στο λυρισμό . Μια διαδήλωση, ένας ζητιάνος, ένας τοξικομανής κι ένα ζευγάρι ερωτευμένων στο πεδίο λήψης της. Απρόσωποι διαβάτες ή εκφραστές της εποχής μας;
Σελίδες: 23 Μέγεθος Αρχείου: 0.1 Mb PDF Εδώ:
ΜΕ ΤΗΝ ΣΥΝΔΡΟΜΗ ΤΩΝ: http://www.free-ebooks.gr
Δευτέρα 6 Δεκεμβρίου 2010
Τετάρτη 28 Ιουλίου 2010
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ:"ΧΑΜΕΝΟΙ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ"
Το Ίντερνετ ως πεδίο έκφρασης και δημιουργίας
Το «Χαμένοι στο διαδίκτυο» προέκυψε από το θεματικό διαγωνισμό διηγήματος 2008 «Hotel-Ένοικοι γραφής» που είχε ως θέμα το Διαδίκτυο. Ο καλαίσθητος τόμος, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη, περιλαμβάνει έξι από τα 12 διηγήματα του βραχέως καταλόγου στον οποίο κατέληξε η κριτική επιτροπή και τέσσερα διηγήματα γραμμένα από συγγραφείς/κριτικούς, μεταξύ των οποίων και ο νικητής του περσινού διαγωνισμού Hotel που είχε ως θέμα τη μετανάστευση.
Ο νικητής του φετινού διαγωνισμού, Κώστας Γκαζής (γεν.1972), παρουσιάζει στο «Αγαπημένο σου ξόρκι» έναν νεαρό που βυθίζεται όλο και περισσότερο σε ένα ηλεκτρονικό παιγνίδι και που κάποια στιγμή επιστρέφει στην πραγματικότητα για να διολισθήσει πάλι. Στην «Ώρα της Άρπυιας» της Μαρίας Πρωτονοταρίου, μία γυναίκα «σώζεται» την τελευταία στιγμή πριν αυτοκτονήσει χάρη στην ανοικτή σύνδεση με το Ίντερνετ που την καλεί να συνεχίσει να μετέχει σε ένα παιχνίδι με άλλους χρήστες, Στον ονειρικό «Ανθρώπινο κόσμο» της Μαρίας Δαλαμήτρου (1978), ένα διαδικυακό παιχνίδι με πολλούς μοναχικούς παίκτες γίνεται η αφορμή για τον αφηγητή-συγγραφέα να μιλήσει για την «ευφυΐα του πλήθους» που αναπτύσσεται χάρη στο μέσον. Στο «Εγώ και το κουνέλι» της Βίβιαν Ευθυμιοπούλου (1970), ο ψηφιακός έρωτας ενός μεσόκοπου παντρεμένου γίνεται αφορμή για ένα «πάντρεμα» της λογοτεχνίας και του κόσμου του διαδικτύου, με χιούμορ και ειρωνεία. Στο “Mezzanine” της Μυρτώς Καλοφωλιά (1978), μέσα από τα δωμάτια συζητήσεων (και τα σχόλια του minime που διαγράφει ο admin), παρουσιάζονται θραύσματα από τη ζωή μιας πολυκατοικίας και ένας υπόκωφος κοινωνικός σχολιασμός - το τέλος μένει ανοικτό.
Η Έλενα Γελάση (1980) στο «Είμαι εδώ;» εμπνέεται από μία καταπιεστική μητέρα, η (ενήλικη) κόρη της οποίας βρίσκει διέξοδο κα ανακούφιση στα δωμάτια συζητήσεων (chatrooms), όπου η φαντασία μπλέκεται με την πραγματικότητα και εμφιλοχωρεί η αμφιβολία, όπως μαρτυρεί και το ερωτηματικό του τίτλου. Στην «Αναζήτηση» του Χρίστου Κυθρεώτη (1979), η αφήγηση ξεκινά ρεαλιστικά (ο ήρωας-αφηγητής περιμένει στη στάση του λεωφορείου) και σύντομα απογειώνεται (βλέπει μια κοπέλα που κάνει ακροβατικά στην κολόνα της ΔΕΗ και ψάχνοντας να τη βρει φθάνει σε ένα φανταστικό Περιστέρι-νησί), για να αποδειχθεί μόνο στο τέλος η σύνδεση της ιστορίας με το Ίντερνετ. Ο Χρήστος Χρυσόπουλος (1968) στο «Προτιμώ να κουβεντιάζω με chatbots» δοκιμάζει τα όρια της λογοτεχνικότητας (και των νεύρων μας) μέσα από τις συζητήσεις ενός ανθρώπου με τρία ρομπότ και με τη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης και της αυτόματης μετάφρασης που δημιουργεί διάφορα παράδοξα, αλλά εντέλει πολύ ενδιαφέροντα αποτελέσματα. Τα όρια της λογοτεχνικότητας εξερευνά και ο Θοδωρής Χιώτης (1977) με το «Φανταστικό τοπίο 4.1 (Betamix) και τρεις παράλληλες γραφές-εκδοχές. Στη «Μέση ηλικία», τέλος, η Ελιάνα Χουρμουζιάδου (1965) παρουσιάζει έναν πενηντάρη δικηγόρο, παντρεμένο και με μικρά παιδιά, να ετοιμάζει, με τη βοήθεια ενός νεαρού που έχει τα μισά του χρόνια, το προφίλ του σε μία ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσης.
Όλα τα διηγήματα διακρίνονται για την πολύ καλή χρήση της γλώσσας και την ανάπτυξη της πλοκής. Από τους συγγραφείς του τόμου, άλλος λιγότερο και άλλος περισσότερο, παρουσιάζει πτυχές του διαδικτύου όπως η ανάγκη για επικοινωνία, το παιγνίδι ρόλων και η ελεγχόμενη μεταμόρφωση σε έναν άλλο εαυτό, η αναζήτηση πληροφοριών και τα όρια της χρήσης (μαζί με τις συνέπειές της) αυτού του ηλεκτρονικού μέσου. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ο κατατοπιστικός πρόλογος της Τιτίκας Δημητρούλια η οποία επιπλέον σχολιάζει τα διηγήματα. Το «Χαμένοι στο διαδίκτυο» αξίζει να διαβαστεί, ιδίως από επίδοξους διηγηματογράφους.
Ετικέτες
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ ΣΥΛΛΟΓΩΝ ΔΙΗΓΗΜΑΤΩΝ
"ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ" ΣΥΛΛΟΓΉ ΔΙΗΓΗΜΑΤΩΝ ΝΕΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ
Κυκλοφορεί η συλλογή διηγημάτων με τίτλο "ελληνικά ονόματα" από τις εκδόσεις Κέδρος, με πρόλογο του Μένη Κουμανταρέα.
Η ιδέα και η επιλογή των συγγραφέων ήταν του Βαγγέλη Ραπτόπουλου. Εμφανίζονται με αλφαβητική σειρά, με τις ιστορίες τους οι:
Βασίλης Αμανατίδης: Ντοκουμέντα από μια τελετή έναρξης (Δημήτρης Παπαϊωάννου)
Νίκος Αδάμ Βουδούρης: Με τα σύμφωνα πάντα φροντισμένα (Βέρα Ζαβιτσιάνου)
Σπύρος Γιανναράς: Βακαλόπουλος συνοδηγός (Χρήστος Βακαλόπουλος)
Δήμητρα Κολλιάκου: Το Νεραντζοφίλημα (Νίκος Σκαλκώτας)
Μαρία Κωτίδου: Ο Εραστής (Μελίνα Μερκούρη)
Δημήτρης Μαμαλούκας: Νίκος Κακλαμανάκης: Με τη λάμψη στα μάτια
Λευτέρης Μαυρόπουλος: Αριστείδης Παγκρατίδης: Ο δράκος του Σέιχ Σου
Παύλος Μεθενίτης: Δισθανής (Άγγελος Σικελιανός)
Κάλλια Παπαδάκη: Ο ληστής Νταβέλης
Σταυρούλα Σκαλίδη: Η Χαμένη Φράση (Νίκος Καζαντζάκης)
Κωνσταντίνος Τζαμιώτης: Αλίκη (Αλίκη Βουγιουκλάκη)
Βάσια Τζανακάρη: Λένα Πλάτωνος: Η Ευτυχισμένη Πριγκίπισσα
Μαρία Φακίνου: Ή έρωτας ή τίποτα (Γεώργιος Βιζυηνός)
Νίκος Χρυσός: Συνάντηση μ’ ένα φύλλο (Γιώργος Μπουζιάνης)
Γράφει στον πρόλογό του μεταξύ άλλων ο Μένης Κουμανταρέας: "...Διαβάζοντας τους συγγραφείς αυτού του τόμου, έχω την εντύπωση ότι με το πρόσχημα να μιλήσουν για παλιά και γνωστά πρόσωπα, έχουν να μας πουν νέα και άγνωστα πράγματα, που εγώ τουλάχιστον ως παλαιότερος δεν τα είχα υποπτευθεί..."
Η ιδέα και η επιλογή των συγγραφέων ήταν του Βαγγέλη Ραπτόπουλου. Εμφανίζονται με αλφαβητική σειρά, με τις ιστορίες τους οι:
Βασίλης Αμανατίδης: Ντοκουμέντα από μια τελετή έναρξης (Δημήτρης Παπαϊωάννου)
Νίκος Αδάμ Βουδούρης: Με τα σύμφωνα πάντα φροντισμένα (Βέρα Ζαβιτσιάνου)
Σπύρος Γιανναράς: Βακαλόπουλος συνοδηγός (Χρήστος Βακαλόπουλος)
Δήμητρα Κολλιάκου: Το Νεραντζοφίλημα (Νίκος Σκαλκώτας)
Μαρία Κωτίδου: Ο Εραστής (Μελίνα Μερκούρη)
Δημήτρης Μαμαλούκας: Νίκος Κακλαμανάκης: Με τη λάμψη στα μάτια
Λευτέρης Μαυρόπουλος: Αριστείδης Παγκρατίδης: Ο δράκος του Σέιχ Σου
Παύλος Μεθενίτης: Δισθανής (Άγγελος Σικελιανός)
Κάλλια Παπαδάκη: Ο ληστής Νταβέλης
Σταυρούλα Σκαλίδη: Η Χαμένη Φράση (Νίκος Καζαντζάκης)
Κωνσταντίνος Τζαμιώτης: Αλίκη (Αλίκη Βουγιουκλάκη)
Βάσια Τζανακάρη: Λένα Πλάτωνος: Η Ευτυχισμένη Πριγκίπισσα
Μαρία Φακίνου: Ή έρωτας ή τίποτα (Γεώργιος Βιζυηνός)
Νίκος Χρυσός: Συνάντηση μ’ ένα φύλλο (Γιώργος Μπουζιάνης)
Γράφει στον πρόλογό του μεταξύ άλλων ο Μένης Κουμανταρέας: "...Διαβάζοντας τους συγγραφείς αυτού του τόμου, έχω την εντύπωση ότι με το πρόσχημα να μιλήσουν για παλιά και γνωστά πρόσωπα, έχουν να μας πουν νέα και άγνωστα πράγματα, που εγώ τουλάχιστον ως παλαιότερος δεν τα είχα υποπτευθεί..."
Ετικέτες
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ ΣΥΛΛΟΓΩΝ ΔΙΗΓΗΜΑΤΩΝ
Σάββατο 26 Ιουνίου 2010
ΤΟ “ΠΟΔΗΛΑΤΟ” ΣΤΟ … ΜΠΑΛΚΟΝΙ
(Aπό την Άννα- Σίλια)
Τον ξαναείδα στην Βενιζέλου , μέσα Φλεβάρη , την ώρα που έβγαινα από το καινούριο καπνοπωλείο όπου είχα μπει ψάχνοντας για παλιά “ΚΙΡΕΤΣΙΛΕΡ” . Είχα να τον δω πάνω από 5 χρόνια … Ψηλός κι ευθυτενής πάντα (δεν θα τον έλεγες … “μάγκα” με την πρώτη … ήταν όμως μεγάλο μαγκάκι) ….. Και … όμορφάντρας … Εντάξει , είχε “γεμίσει” αρκετά , …. ήταν και εκείνα τα σπασμένα μπροστινά του δόντια από παλιά “ξεκαθαρίσματα” (ποτέ δεν παραδέχτηκε το … ξυλοφόρτωμα) , αλλά … ομορφάντρας …. Πενηντάρης … εκεί γύρω … αλλά ομορφάντρας .
Τον γνώρισα με το που πάτησα το πόδι μου σ’ αυτή την πόλη αρχές του ’80 ….. 25άρης τότε , μικροπαντρεμένος , με δυό μικρά και μια ανθούσα επιχείρηση . Συνεργείο αυτοκινήτων … είχα πάει το αυτοκίνητο για σέρβις … Θετική η …χημεία μας , γίναμε φιλαράκια από τότε . Με εκτιμούσε και με εμπιστευόταν πολύ , και μένα μου άρεζε η καλή δουλειά που έκανε στο αυτοκίνητο … Τον … ψιλοχάζευα και λίγο … Κούκλος … και από τους λεφτάδες της εποχής … Τι τα θες όμως … Τα λεφτά και η ματαιοδοξία από την επίγνωση της ομορφιάς του , του γυρίσαν τα μυαλά . Γυναίκες , ξενύχτια , ουίσκυ με τους τόνους … Καυγάδες στο σπίτι , κόντρες με πανάκριβα αυτοκίνητα , κανένας “μπάφος” που και που ….. Αργότερα ήρθαν και τα …”ζόρικα” . Όπλα , διακίνηση “σκληρών”, λαθρεμπόριο χρυσού , και λευκής σάρκας (τι λευκής δηλαδή ;… οι πρώτες γυναίκες που “έφερε” ήταν από τον Άγιο Δομίνικο … σκούρες …) . Η “Νύχτα” , τον πήρε από κάτω , διέλυσε σπίτι , οικογένεια και συνεργείο και μπήκε για τα καλά στα μεγάλα της κόλπα …
Συνεχίσαμε να βλεπόμαστε , που και που , αλλά όλο και πιο αραιά … εκείνος το απέφευγε …”Σε ντρέπομαι ρε γαμώτη μου … είσαι μια Κυρία … Και την ¨βλάχα¨ (την γυναίκα του) και την μάνα μου τις ντρέπομαι , αλλά με σένα , είναι άλλο … παραείσαι κυρία για μένα …” , μου είπε κάποτε , όταν τον περιποιήθηκα στο Νοσοκομείο με σπασμένα δόντια και μια δυό μαχαιριές στα πλευρά … Κάποιες φορές τον έβλεπα , όταν του πήγαινα χαμπέρια από την μάνα του , που τύχαινε και γειτόνισσα και φίλη … και μια φορά που τον … “έσωσα” από το Αυτόφορο … κάνοντας του εικονική εισαγωγή στο Νοσοκομείο τάχα μου , που είχε στηθάγχη … Από τότε και μετά … ψιλοχαθήκαμε , μέχρι που τον συνάντησα στην Βενιζέλου …. Κρύο , … της αρκούδας που λένε … Φορούσε ένα ανοιχτόχρωμο τζην και ένα κατακόκκινο πουλόβερ … Έτρεμε … Μαζί του μια πολύ νεαρή , ψηλή , πανέμορφη κοπέλα …. πάλλευκο δέρμα , μαύρα μαλλιά , μάτια στο μπλε του ουρανού , που όμως για την ώρα , είχε ψιλοσκοτεινιάσει … θα χιόνιζε μάλλον …
- Νικήτα ;….
- Σίλια ;….
Αγκαλιαστήκαμε (που δεν το συνηθίζαμε … αλλά αγκαλιαστήκαμε) και με φίλησε σταυρωτά …. Ακολούθησαν τα γνωστά : “Τί γίνεται βρε ψυχή ;” … “Εεεε, καλά … ξέρεις τώρα” … “Γιατί χαθήκαμε έτσι ;” … “Τι να πεις …”….
…. Ώσπου :
- Για πες ρε Νικήτα … πως περνάς ; … με τί ασχολείσαι τώρα ;
- Άνοιξα “μαγαζί” , στο 11ο χιλιόμετρο έξω από την πόλη … στην παλιά εθνική …ξέρεις … Κωλόμπαρο … Να μην … έρθεις . Δεν είναι για σένα αυτά .
- Τα βγάζεις ;
- Τα … ποιά ;
- Τα έξοδα μωρέ … (Τον κοίταζα επίμονα στο φθαρμένο κόκκινο πουλόβερ) .
- Εεε … μπα … Ξέρεις , μεγάλος ο ανταγωνισμός … Αλλά εντάξει είμαι … Συμπληρώνω με … επιχειρήσεις …. (μου χαμογέλασε πλατιά , με το πιο όμορφο χαμόγελό του) .
- Δηλαδή ;
- Εισαγωγαί – Εξαγωγαί … “ποδηλάτων” …. από τις Δημοκρατίες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης …. Χα , χα , χα …
- Ποδηλάτων ; ….
- Ε , … ναι … Από αυτά που “καβαλάνε” οι … “κάπως” …. Οι κάπως μεγάλοι … Οι κάπως λεφτάδες … Έλα μωρέ Σίλια … Που ζεις ;…
Προσπάθησα να … μην χαμηλώσω το βλέμμα δείχνοντας την αμηχανία μου . Το “κάρφωσα” πάνω από τον ώμο του , στην πανέμορφη συνοδό του , που στεκόταν αμίλητη ένα βήμα πίσω του … Το … “έπιασε” αμέσως .
- Ουπςςς … sorry βρε … Να σου συστήσω την Λαρίσσα … Η Λαρίσσα , είναι …. “ποδήλατο” , που έφερα από εκεί πάνω … Spesial Ουκρανικό ποδήλατο … φρέσκα λούστρα , φρέσκες τσιμούχες , … γερό , ανθεκτικό και … πανάλαφρο Ουκρανικό αλουμίνιο 22 καρατίων … Χα , χα … Αλλά , ξέρεις … η Λαρίσσα είναι το δικό μου ποδήλατο … Δεν είναι προς … ενοικίαση …. μόνο για ιδία χρήση … Είναι πολύ καλό κορίτσι , μου στάθηκε πολύ …. Ε , … αν δεν πάνε καλά τα …. οικονομικά , μπορεί και να πάει προς ενοικίαση έτσι για λίγο , για κανέναν δικό μου … “κάπως” …. Ζούμε μαζί εδώ κι ενάμισυ χρόνο …. Νοικιάσαμε εδώ πάνω , απέναντι από το καπνοπωλείο , κι ένα δυάρι στον τρίτο … Δεν σου λέω να ανέβεις γιατί δεν συμμαζέψαμε ακόμα … Άλλη φορά … Λαρίσσα , δώσε το χέρι σου … Η κυρία Σίλια , είναι γιατρός , φίλη από τα παλιά … γειτόνισσα και με την μακαρίτισσα την μάνα μου …
Κράτησα για περισσότερη από το κανονικό , ώρα , το περιποιημένο λευκό της χέρι στο χέρι μου . Το έσφιξα και λίγο παραπάνω …
- Είσαι πολύ όμορφη κοπέλα , Λαρίσσα ( της είπα , χωρίς να κατεβάσω τα μάτια μου από πάνω της).
- здравствуйте ! …. cпасйбо …. (μουρμούρισε , με βαριά ουκρανική προφορά και διασταύρωσε την … σκληρή , ζαφειρένια ματιά της , με την επίμονη δική μου ματιά .
Άποχαιρετιστήκαμε , αμήχανα …. Μπήκαν στην παλιά πολυκατοικία , απέναντι …. Έμεινα καρφωμένη εκεί και καμώθηκα πως χαζεύω την βιτρίνα του καπνοπωλείου . Το κρύο είχε γίνει αφόρητο . ΄Αρχισε και να χιονίζει …. Δεν κούνησα … ρούπι . Έμεινα εκεί , χτυπώντας τα πόδια στις πλάκες του πεζοδρομίου , για να μη παγώσω και με τη ματιά , καρφωμένη απέναντι στο μπαλκόνι του τρίτου … Το χιόνι , άρχισε να πυκνώνει … Θα το έστρωνε σε λίγο … Πήρε και να σκοτεινιάζει ….
Και τότε , την είδα . Βγήκε στο μπαλκόνι και χάζευε το χιόνι , που έπεφτε πια πυκνό . ‘Ενα … “ποδήλατο” στο μπαλκόνι … Ένα πανέμορφο ουκρανικό ποδήλατο , με τα ελαφριά , 22 αλουμινένια καράτια του , χάζευε το χιόνι …. Με είδε …. Μου έγνεψε αόριστα …. και ένα … βαθύ μπλε χαμόγελο , ξεκινώντας από το μπαλκόνι του τρίτου απέναντι , διέγραψε μια μαλακή τροχιά ανάμεσα στις νιφάδες και … ακούμπησε στα μάγουλα μου …. Δεν το είδα από τόσο μακρυά , ήταν αδύνατον …. Πιο πολύ το έννοιωσα … Ήταν ζεστό …. Ο Νικήτας , φάνηκε στο γείσο της γυμνής μπαλκονόπορτας και της έγνεψε να μπει μέσα ….
Δεν σάλεψε …
Έφυγα πρώτη ….
Τον ξαναείδα στην Βενιζέλου , μέσα Φλεβάρη , την ώρα που έβγαινα από το καινούριο καπνοπωλείο όπου είχα μπει ψάχνοντας για παλιά “ΚΙΡΕΤΣΙΛΕΡ” . Είχα να τον δω πάνω από 5 χρόνια … Ψηλός κι ευθυτενής πάντα (δεν θα τον έλεγες … “μάγκα” με την πρώτη … ήταν όμως μεγάλο μαγκάκι) ….. Και … όμορφάντρας … Εντάξει , είχε “γεμίσει” αρκετά , …. ήταν και εκείνα τα σπασμένα μπροστινά του δόντια από παλιά “ξεκαθαρίσματα” (ποτέ δεν παραδέχτηκε το … ξυλοφόρτωμα) , αλλά … ομορφάντρας …. Πενηντάρης … εκεί γύρω … αλλά ομορφάντρας .
Τον γνώρισα με το που πάτησα το πόδι μου σ’ αυτή την πόλη αρχές του ’80 ….. 25άρης τότε , μικροπαντρεμένος , με δυό μικρά και μια ανθούσα επιχείρηση . Συνεργείο αυτοκινήτων … είχα πάει το αυτοκίνητο για σέρβις … Θετική η …χημεία μας , γίναμε φιλαράκια από τότε . Με εκτιμούσε και με εμπιστευόταν πολύ , και μένα μου άρεζε η καλή δουλειά που έκανε στο αυτοκίνητο … Τον … ψιλοχάζευα και λίγο … Κούκλος … και από τους λεφτάδες της εποχής … Τι τα θες όμως … Τα λεφτά και η ματαιοδοξία από την επίγνωση της ομορφιάς του , του γυρίσαν τα μυαλά . Γυναίκες , ξενύχτια , ουίσκυ με τους τόνους … Καυγάδες στο σπίτι , κόντρες με πανάκριβα αυτοκίνητα , κανένας “μπάφος” που και που ….. Αργότερα ήρθαν και τα …”ζόρικα” . Όπλα , διακίνηση “σκληρών”, λαθρεμπόριο χρυσού , και λευκής σάρκας (τι λευκής δηλαδή ;… οι πρώτες γυναίκες που “έφερε” ήταν από τον Άγιο Δομίνικο … σκούρες …) . Η “Νύχτα” , τον πήρε από κάτω , διέλυσε σπίτι , οικογένεια και συνεργείο και μπήκε για τα καλά στα μεγάλα της κόλπα …
Συνεχίσαμε να βλεπόμαστε , που και που , αλλά όλο και πιο αραιά … εκείνος το απέφευγε …”Σε ντρέπομαι ρε γαμώτη μου … είσαι μια Κυρία … Και την ¨βλάχα¨ (την γυναίκα του) και την μάνα μου τις ντρέπομαι , αλλά με σένα , είναι άλλο … παραείσαι κυρία για μένα …” , μου είπε κάποτε , όταν τον περιποιήθηκα στο Νοσοκομείο με σπασμένα δόντια και μια δυό μαχαιριές στα πλευρά … Κάποιες φορές τον έβλεπα , όταν του πήγαινα χαμπέρια από την μάνα του , που τύχαινε και γειτόνισσα και φίλη … και μια φορά που τον … “έσωσα” από το Αυτόφορο … κάνοντας του εικονική εισαγωγή στο Νοσοκομείο τάχα μου , που είχε στηθάγχη … Από τότε και μετά … ψιλοχαθήκαμε , μέχρι που τον συνάντησα στην Βενιζέλου …. Κρύο , … της αρκούδας που λένε … Φορούσε ένα ανοιχτόχρωμο τζην και ένα κατακόκκινο πουλόβερ … Έτρεμε … Μαζί του μια πολύ νεαρή , ψηλή , πανέμορφη κοπέλα …. πάλλευκο δέρμα , μαύρα μαλλιά , μάτια στο μπλε του ουρανού , που όμως για την ώρα , είχε ψιλοσκοτεινιάσει … θα χιόνιζε μάλλον …
- Νικήτα ;….
- Σίλια ;….
Αγκαλιαστήκαμε (που δεν το συνηθίζαμε … αλλά αγκαλιαστήκαμε) και με φίλησε σταυρωτά …. Ακολούθησαν τα γνωστά : “Τί γίνεται βρε ψυχή ;” … “Εεεε, καλά … ξέρεις τώρα” … “Γιατί χαθήκαμε έτσι ;” … “Τι να πεις …”….
…. Ώσπου :
- Για πες ρε Νικήτα … πως περνάς ; … με τί ασχολείσαι τώρα ;
- Άνοιξα “μαγαζί” , στο 11ο χιλιόμετρο έξω από την πόλη … στην παλιά εθνική …ξέρεις … Κωλόμπαρο … Να μην … έρθεις . Δεν είναι για σένα αυτά .
- Τα βγάζεις ;
- Τα … ποιά ;
- Τα έξοδα μωρέ … (Τον κοίταζα επίμονα στο φθαρμένο κόκκινο πουλόβερ) .
- Εεε … μπα … Ξέρεις , μεγάλος ο ανταγωνισμός … Αλλά εντάξει είμαι … Συμπληρώνω με … επιχειρήσεις …. (μου χαμογέλασε πλατιά , με το πιο όμορφο χαμόγελό του) .
- Δηλαδή ;
- Εισαγωγαί – Εξαγωγαί … “ποδηλάτων” …. από τις Δημοκρατίες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης …. Χα , χα , χα …
- Ποδηλάτων ; ….
- Ε , … ναι … Από αυτά που “καβαλάνε” οι … “κάπως” …. Οι κάπως μεγάλοι … Οι κάπως λεφτάδες … Έλα μωρέ Σίλια … Που ζεις ;…
Προσπάθησα να … μην χαμηλώσω το βλέμμα δείχνοντας την αμηχανία μου . Το “κάρφωσα” πάνω από τον ώμο του , στην πανέμορφη συνοδό του , που στεκόταν αμίλητη ένα βήμα πίσω του … Το … “έπιασε” αμέσως .
- Ουπςςς … sorry βρε … Να σου συστήσω την Λαρίσσα … Η Λαρίσσα , είναι …. “ποδήλατο” , που έφερα από εκεί πάνω … Spesial Ουκρανικό ποδήλατο … φρέσκα λούστρα , φρέσκες τσιμούχες , … γερό , ανθεκτικό και … πανάλαφρο Ουκρανικό αλουμίνιο 22 καρατίων … Χα , χα … Αλλά , ξέρεις … η Λαρίσσα είναι το δικό μου ποδήλατο … Δεν είναι προς … ενοικίαση …. μόνο για ιδία χρήση … Είναι πολύ καλό κορίτσι , μου στάθηκε πολύ …. Ε , … αν δεν πάνε καλά τα …. οικονομικά , μπορεί και να πάει προς ενοικίαση έτσι για λίγο , για κανέναν δικό μου … “κάπως” …. Ζούμε μαζί εδώ κι ενάμισυ χρόνο …. Νοικιάσαμε εδώ πάνω , απέναντι από το καπνοπωλείο , κι ένα δυάρι στον τρίτο … Δεν σου λέω να ανέβεις γιατί δεν συμμαζέψαμε ακόμα … Άλλη φορά … Λαρίσσα , δώσε το χέρι σου … Η κυρία Σίλια , είναι γιατρός , φίλη από τα παλιά … γειτόνισσα και με την μακαρίτισσα την μάνα μου …
Κράτησα για περισσότερη από το κανονικό , ώρα , το περιποιημένο λευκό της χέρι στο χέρι μου . Το έσφιξα και λίγο παραπάνω …
- Είσαι πολύ όμορφη κοπέλα , Λαρίσσα ( της είπα , χωρίς να κατεβάσω τα μάτια μου από πάνω της).
- здравствуйте ! …. cпасйбо …. (μουρμούρισε , με βαριά ουκρανική προφορά και διασταύρωσε την … σκληρή , ζαφειρένια ματιά της , με την επίμονη δική μου ματιά .
Άποχαιρετιστήκαμε , αμήχανα …. Μπήκαν στην παλιά πολυκατοικία , απέναντι …. Έμεινα καρφωμένη εκεί και καμώθηκα πως χαζεύω την βιτρίνα του καπνοπωλείου . Το κρύο είχε γίνει αφόρητο . ΄Αρχισε και να χιονίζει …. Δεν κούνησα … ρούπι . Έμεινα εκεί , χτυπώντας τα πόδια στις πλάκες του πεζοδρομίου , για να μη παγώσω και με τη ματιά , καρφωμένη απέναντι στο μπαλκόνι του τρίτου … Το χιόνι , άρχισε να πυκνώνει … Θα το έστρωνε σε λίγο … Πήρε και να σκοτεινιάζει ….
Και τότε , την είδα . Βγήκε στο μπαλκόνι και χάζευε το χιόνι , που έπεφτε πια πυκνό . ‘Ενα … “ποδήλατο” στο μπαλκόνι … Ένα πανέμορφο ουκρανικό ποδήλατο , με τα ελαφριά , 22 αλουμινένια καράτια του , χάζευε το χιόνι …. Με είδε …. Μου έγνεψε αόριστα …. και ένα … βαθύ μπλε χαμόγελο , ξεκινώντας από το μπαλκόνι του τρίτου απέναντι , διέγραψε μια μαλακή τροχιά ανάμεσα στις νιφάδες και … ακούμπησε στα μάγουλα μου …. Δεν το είδα από τόσο μακρυά , ήταν αδύνατον …. Πιο πολύ το έννοιωσα … Ήταν ζεστό …. Ο Νικήτας , φάνηκε στο γείσο της γυμνής μπαλκονόπορτας και της έγνεψε να μπει μέσα ….
Δεν σάλεψε …
Έφυγα πρώτη ….
Δευτέρα 12 Απριλίου 2010
ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΝΤΕΣΣΙΝΑ
Θα καταδυθώ να ανασύρω την πιο καυτή σου ανάσα
Θησαυρός καλυμμένος με βράχο
Σε σπάω, σε ανασταίνω, σε φέρνω στο φως
Στην αρμύρα που καίει τη θάλασσά μου
Που θρυμματίζει το αχ μου στο στήθος σου, στη μυρωδιά σου
Που σβήνει το πώς, που αναδύει φιλί
Φιλιά… φεγγάρια ασημιά
Και παύει ο χρόνος – διαμελίζεται…
Μη σταματάς. Ανάσαινε μέσα μου
Βυθίσου στον υγρό πόθο
κι αφέσου στης αγκαλιάς μου την παλάμη
Κρύψου στη σπηλιά με τους σταλαχτίτες
Στάζω υγρασία και φως
Είμαι η ζωή που γεύεσαι
Μια ιδέα, ένα κατακόκκινο όνειρο
Στιγμή αποκάλυψης στον κοραλλιογενή ύφαλο
Λιγοθυμιά και άρωμα ηδονικό
αναβλύζω από το μαύρο μαργαριτάρι σου
Στη ρωγμή σου μέσα ανακάλυψα Σε...
Διψάω…
aanasto
Σχόλιο: Δεν είναι διήγημα αλλά αφού μου το έστειλε ο αναγνώστης aanasto το "δημοσιεύω"
ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ
Θησαυρός καλυμμένος με βράχο
Σε σπάω, σε ανασταίνω, σε φέρνω στο φως
Στην αρμύρα που καίει τη θάλασσά μου
Που θρυμματίζει το αχ μου στο στήθος σου, στη μυρωδιά σου
Που σβήνει το πώς, που αναδύει φιλί
Φιλιά… φεγγάρια ασημιά
Και παύει ο χρόνος – διαμελίζεται…
Μη σταματάς. Ανάσαινε μέσα μου
Βυθίσου στον υγρό πόθο
κι αφέσου στης αγκαλιάς μου την παλάμη
Κρύψου στη σπηλιά με τους σταλαχτίτες
Στάζω υγρασία και φως
Είμαι η ζωή που γεύεσαι
Μια ιδέα, ένα κατακόκκινο όνειρο
Στιγμή αποκάλυψης στον κοραλλιογενή ύφαλο
Λιγοθυμιά και άρωμα ηδονικό
αναβλύζω από το μαύρο μαργαριτάρι σου
Στη ρωγμή σου μέσα ανακάλυψα Σε...
Διψάω…
aanasto
Σχόλιο: Δεν είναι διήγημα αλλά αφού μου το έστειλε ο αναγνώστης aanasto το "δημοσιεύω"
ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ
Υπάρχει και το διήγημα...
Οσο απαιτητική είναι η μικρή φόρμα τόσο απαιτητικό, άρα και μικρό, είναι το κοινό της. Κι όμως, ποτέ άλλοτε δεν εκδίδονταν τόσα σύντομα πεζά όσα στις μέρες μας
Οι περισσότερες ιστορίες είναι μικροσκοπικές, αλλά υπάρχουν κι εξαιρέσεις. Οπως αυτή που εκτυλίσσεται μια Κυριακή, όσο ένας άντρας «μουγκός από θυμό» σκοτώνει τις ώρες του μέχρι να επιστρέψει γαληνεμένος πια στο συζυγικό κρεβάτι, μπλέκοντας τα πόδια του σ' εκείνα της συντρόφου του - «δυο λυπημένα φίδια που βυθίζονται σε νάρκη». Ή σαν κι εκείνη όπου ο αφηγητής ανακαλεί τα φοιτητικά του χρόνια, μαζί με τη μορφή του επιληπτικού κοριτσιού που έμελλε να κουβαλάει για πάντα στην καρδιά του...
«Τα διηγήματα δεν τα αγοράζει ο κόσμος. Παρ' όλο που η μικρή φόρμα εξακολουθεί να καλλιεργείται στη χώρα μας, οι αναγνώστες της σπανίζουν. Οπως δεν αγοράζουν ποίηση, δεν αγοράζουν και διηγήματα. Προτιμούν να χωθούν σε εκτενέστερες αφηγήσεις, ζώντας για μεγαλύτερο διάστημα μέσα από τις ζωές κάποιων άλλων.
Υπάρχουν βέβαια διηγηματογράφοι που έχουν κερδίσει ένα πλατύτερο κοινό, όπως ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης (βλ. «Μεταξύ σφύρας και Αλιάκμονος», εκδ. Ελληνικά Γράμματα), ενώ δυο ακόμα μάστορες τους είδους, ο Σωτήρης Δημητρίου και ο Ηλίας Παπαδητρακόπουλος, απέσπασαν πρόσφατα άλλη μια φορά τα εγκώμια της κριτικής, ο πρώτος με τα «Ζύγια του προσώπου» (εκδ. Πατάκης) και ο δεύτερος με τον «Θησαυρό των αηδονιών», (εκδ. Γαβριηλίδης). «Το σίγουρο είναι πως, όσο απαιτητικό είναι το διήγημα, άλλο τόσο απαιτητικό, άρα και πιό μικρό, είναι και το κοινό στο οποίο απευθύνεται. Κατά κανόνα το ζητούν οι αναγνώστες της καλής λογοτεχνίας. Τέτοια ήταν η περίπτωση του Νίκου Αδάμ Βουδούρη με το «Ο βυθός είναι δίπλα», ενώ με διηγήματα πρωτοεμφανίστηκε πέρσι και η πολλά υποσχόμενη Κάλλια Παπαδάκη (βλ. «Ο ήχος του ακάλυπτου», εκδ. Πόλις). «Δεν είναι τόσο οι εκδότες που φοβούνται το διήγημα, όσο οι βιβλιοπώλες» διευκρινίζει ο Δημήτρης Ποσάντζης από τον «Καστανιώτη», αναγνωρίζοντας ωστόσο ότι οι πιθανότητες να σημειώσει εμπορική επιτυχία ένας πρωτοεμφανιζόμενος διηγηματογράφος είναι μηδαμινές, όσο δυνατό κι αν είναι το γραπτό του. Ούτε στα δικά του χέρια, όμως, φτάνουν πολλά χειρόγραφα με διηγήματα: «Η αναλογία με τα μυθιστορήματα είναι ένα προς δέκα», λέει.
Με το που άρχισε να διαγράφεται στον ορίζοντα η απειλή της οικονομικής κρίσης, οι εκδότες έδωσαν ακόμη περισσότερο βάρος στην ελληνική πεζογραφία, εξοικονομώντας έτσι από τις αμοιβές των μεταφραστών και τις προκαταβολές ξένων δικαιωμάτων. Αυτή η στροφή φαίνεται πως επηρέασε θετικά τις νουβέλες, τα διηγήματα και γενικότερα τα σύντομα πεζά, ανεβάζοντας το 2008 τον συνολικό τους αριθμό στους 226 τίτλους. Ηταν ο υψηλότερος αριθμός που σημειώθηκε από το 2003.
Κρίνοντας από τα στοιχεία της biblionet.gr, αντίστοιχα γόνιμο υπήρξε και το 2009, χρονιά που είδαν μεταξύ άλλων το φως οι «Ιστορίες ενηλικίωσης» του Κώστα Ακρίβου (εκδ. «Μεταίχμιο»), η «Ελεημοσύνη των γυναικών» του Ανδρέα Μήτσου (εκδ. Καστανιώτη), το «Μίξερ» του Γιώργου Μανιώτη (εκδ. Ελληνικά Γράμματα), οι «Αστυνομικές ιστορίες» του Ανδρέα Αποστολίδη (εκδ. «Αγρα») ή το «Αυτή η σκάλα δεν κατεβαίνει» της Μάρως Βαμβουνάκη (εκδ. Ψυχογιός). Ενώ παράλληλα είδαμε και σημαντικές επανεκδόσεις, όπως τα «Ρέστα» του Κώστα Ταχτσή (εκδ. Γαβριηλίδης) και τις νουβέλες της Μάρως Δούκα «Η πηγάδα. Κάτι Ανθρωποι. Αθοπετού» (εκδ. Πατάκη).
Το «Γυναικών» (εκδ. «Μελάνι»), το νέο βιβλίο αυτού του Δημήτρη Γκανά, του συνειδητού θιασώτη της αφηγηματικής ποίησης, είναι μια συλλογή μικρών ιστοριών, μέσα από την οποία αναδύεται ένα σύμπαν στοιχειωμένο από τη γυναικεία παρουσία.
ο Γκανάς μπαίνει στη θέση του παρατηρητή, πρόθυμος να υμνήσει τα πάντα: τη μαγεία της ομορφιάς αλλά και τη γοητεία της φθοράς, το παιχνίδι του έρωτα αλλά και το βάσανο της ανεκπλήρωτης αγάπης, χειρονομίες που φανερώνουν μιά στάση ζωής, στιγμές ευτυχίας αλλά και χαρμολύπης. Κοπέλες σαν τα κρύα νερά, προσηλωμένες στον υπολογιστή τους, δίνουν τη θέση τους σε γερασμένες υπάρξεις που λαχταράνε ένα χάδι, ενώ στιγμιότυπα από τη σύγχρονη αστική καθημερινότητα διασταυρώνονται με εικόνες και ήθη περασμένων εποχών, ανασυρμένα από «τη θάλασσα της μνήμης».
Οίκος με αυστηρές επιλογές στον τομέα της ελληνικής πεζογραφίας, ο «Πόλις» παρουσιάζει φέτος έναν πολύ καλό διηγηματογράφο, τον 40χρονο Χρήστο Οικονόμου, που μια επταετία μετά την παρθενική του συλλογή «Η γυναίκα στα κάγκελα» (εκδ. Ελληνικά Γράμματα), επιστρέφει με δεκάξι καινούριες ιστορίες που διαδραματίζονται όλες σε φτωχογειτονιές του Πειραιά, υπό τον γενικό τίτλο «Κάτι θα γίνει, θα δεις».
Η «μοχθηρή φτώχεια, η πρόστυχη», η παρατεταμένη ανεργία που μεταμορφώνει τους ανθρώπους, οι καθημερινοί εμφύλιοι ανάμεσα σ' όσους έχουν σπρωχτεί στο περιθώριο, τα ματαιωμένα όνειρα και το ροκάνισμα της αξιοπρέπειας είναι μοτίβα που διαπερνούν απ' άκρη σ' άκρη τα διηγήματα του Οικονόμου. Ναυτεργάτες και σιδεράδες, καφενόβιοι και γκαρσόνια, νταήδες και μεροκαματιάρηδες, σακατεμένοι από εργατικά ατυχήματα, «πράσινοι», «κόκκινοι», δεξιοί ή αδέσποτοι κομματικά, ντόπιοι και αλλοδαποί, οι ήρωές του προσπαθούν να κρατηθούν όρθιοι, δίνοντάς μας μια πικρή γεύση από το πώς βιώνεται εδώ και χρόνια η κρίση στο Κερατσίνι, τη Νίκαια, τα Καμίνια ή τη Δραπετσώνα, εκεί όπου ο φόβος δίνει μάχες με την ελπίδα καθημερινά.
Στον Πειραιά στρέφεται και ο Αλέξης Σταμάτης, οι «Θρυλικές ιστορίες» του οποίου αναμένονται συγκεντρωμένες από τον «Καστανιώτη» γύρω στα μέσα Μαΐου. Ολυμπιακός ως προς το... φρόνημα, αντλεί το υλικό των διηγημάτων του από γεγονότα και καταστάσεις που συνδέονται με την δημοφιλή ομάδα της πόλης, αρχής γενομένης από την περίοδο της Κατοχής, φροντίζοντας απ' τη μεριά του να μιλήσει και «για ζητήματα που απασχολούν τον άνθρωπο τόσο εντός όσο και εκτός ποδοσφαίρου, από τον έρωτα και το θάνατο, ώς την εξουσία και τη μνήμη».
Σε λίγες βδομάδες, όμως, θα κυκλοφορήσει από τον «Κέδρο» και η συλλογή «Ελληνικά Ονόματα» με πρόλογο του Μένη Κουμανταρέα, στην οποία συστεγάζονται διηγήματα μιας πλειάδας συγγραφέων της νεότερης γενιάς. Ανάμεσά τους, η Δήμητρα Κολλιάκου, η Βάσια Τζανακάρη, η Σταυρούλα Σκαλίδη ή η Μαρία Φακίνου, όπως και οι Δημήτρης Μαμαλούκας, Λευτέρης Μαυρόπουλος, Παύλος Μεθενίτης και Σπύρος Γιανναράς. Το στοίχημα με το οποίο κλήθηκαν όλοι τους ν' αναμετρηθούν, ήταν να στήσουν ιστορίες εμπνευσμένες από διάσημους Ελληνες, ζωντανούς και μη, απ' όποιον χώρο κι αν προέρχονται. Εξ ου και η ποικιλία των πρωταγωνιστών: από τον Καζαντζάκη και τον Βιζυηνό ώς τον Σκαλκώτα και τον Μπουζιάνη, κι από τη Μελίνα Μερκούρη, τη Βέρα Ζαβιτσιάνου και την Αλίκη Βουγιουκλάκη ώς τον Δημήτρη Παπαϊωάννου και ... τον Δράκο του Σέιχ Σου!
Πληροφορίες από άρθρο της ΣΤ.ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ (enet.gr)
Οι περισσότερες ιστορίες είναι μικροσκοπικές, αλλά υπάρχουν κι εξαιρέσεις. Οπως αυτή που εκτυλίσσεται μια Κυριακή, όσο ένας άντρας «μουγκός από θυμό» σκοτώνει τις ώρες του μέχρι να επιστρέψει γαληνεμένος πια στο συζυγικό κρεβάτι, μπλέκοντας τα πόδια του σ' εκείνα της συντρόφου του - «δυο λυπημένα φίδια που βυθίζονται σε νάρκη». Ή σαν κι εκείνη όπου ο αφηγητής ανακαλεί τα φοιτητικά του χρόνια, μαζί με τη μορφή του επιληπτικού κοριτσιού που έμελλε να κουβαλάει για πάντα στην καρδιά του...
«Τα διηγήματα δεν τα αγοράζει ο κόσμος. Παρ' όλο που η μικρή φόρμα εξακολουθεί να καλλιεργείται στη χώρα μας, οι αναγνώστες της σπανίζουν. Οπως δεν αγοράζουν ποίηση, δεν αγοράζουν και διηγήματα. Προτιμούν να χωθούν σε εκτενέστερες αφηγήσεις, ζώντας για μεγαλύτερο διάστημα μέσα από τις ζωές κάποιων άλλων.
Υπάρχουν βέβαια διηγηματογράφοι που έχουν κερδίσει ένα πλατύτερο κοινό, όπως ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης (βλ. «Μεταξύ σφύρας και Αλιάκμονος», εκδ. Ελληνικά Γράμματα), ενώ δυο ακόμα μάστορες τους είδους, ο Σωτήρης Δημητρίου και ο Ηλίας Παπαδητρακόπουλος, απέσπασαν πρόσφατα άλλη μια φορά τα εγκώμια της κριτικής, ο πρώτος με τα «Ζύγια του προσώπου» (εκδ. Πατάκης) και ο δεύτερος με τον «Θησαυρό των αηδονιών», (εκδ. Γαβριηλίδης). «Το σίγουρο είναι πως, όσο απαιτητικό είναι το διήγημα, άλλο τόσο απαιτητικό, άρα και πιό μικρό, είναι και το κοινό στο οποίο απευθύνεται. Κατά κανόνα το ζητούν οι αναγνώστες της καλής λογοτεχνίας. Τέτοια ήταν η περίπτωση του Νίκου Αδάμ Βουδούρη με το «Ο βυθός είναι δίπλα», ενώ με διηγήματα πρωτοεμφανίστηκε πέρσι και η πολλά υποσχόμενη Κάλλια Παπαδάκη (βλ. «Ο ήχος του ακάλυπτου», εκδ. Πόλις). «Δεν είναι τόσο οι εκδότες που φοβούνται το διήγημα, όσο οι βιβλιοπώλες» διευκρινίζει ο Δημήτρης Ποσάντζης από τον «Καστανιώτη», αναγνωρίζοντας ωστόσο ότι οι πιθανότητες να σημειώσει εμπορική επιτυχία ένας πρωτοεμφανιζόμενος διηγηματογράφος είναι μηδαμινές, όσο δυνατό κι αν είναι το γραπτό του. Ούτε στα δικά του χέρια, όμως, φτάνουν πολλά χειρόγραφα με διηγήματα: «Η αναλογία με τα μυθιστορήματα είναι ένα προς δέκα», λέει.
Με το που άρχισε να διαγράφεται στον ορίζοντα η απειλή της οικονομικής κρίσης, οι εκδότες έδωσαν ακόμη περισσότερο βάρος στην ελληνική πεζογραφία, εξοικονομώντας έτσι από τις αμοιβές των μεταφραστών και τις προκαταβολές ξένων δικαιωμάτων. Αυτή η στροφή φαίνεται πως επηρέασε θετικά τις νουβέλες, τα διηγήματα και γενικότερα τα σύντομα πεζά, ανεβάζοντας το 2008 τον συνολικό τους αριθμό στους 226 τίτλους. Ηταν ο υψηλότερος αριθμός που σημειώθηκε από το 2003.
Κρίνοντας από τα στοιχεία της biblionet.gr, αντίστοιχα γόνιμο υπήρξε και το 2009, χρονιά που είδαν μεταξύ άλλων το φως οι «Ιστορίες ενηλικίωσης» του Κώστα Ακρίβου (εκδ. «Μεταίχμιο»), η «Ελεημοσύνη των γυναικών» του Ανδρέα Μήτσου (εκδ. Καστανιώτη), το «Μίξερ» του Γιώργου Μανιώτη (εκδ. Ελληνικά Γράμματα), οι «Αστυνομικές ιστορίες» του Ανδρέα Αποστολίδη (εκδ. «Αγρα») ή το «Αυτή η σκάλα δεν κατεβαίνει» της Μάρως Βαμβουνάκη (εκδ. Ψυχογιός). Ενώ παράλληλα είδαμε και σημαντικές επανεκδόσεις, όπως τα «Ρέστα» του Κώστα Ταχτσή (εκδ. Γαβριηλίδης) και τις νουβέλες της Μάρως Δούκα «Η πηγάδα. Κάτι Ανθρωποι. Αθοπετού» (εκδ. Πατάκη).
Το «Γυναικών» (εκδ. «Μελάνι»), το νέο βιβλίο αυτού του Δημήτρη Γκανά, του συνειδητού θιασώτη της αφηγηματικής ποίησης, είναι μια συλλογή μικρών ιστοριών, μέσα από την οποία αναδύεται ένα σύμπαν στοιχειωμένο από τη γυναικεία παρουσία.
ο Γκανάς μπαίνει στη θέση του παρατηρητή, πρόθυμος να υμνήσει τα πάντα: τη μαγεία της ομορφιάς αλλά και τη γοητεία της φθοράς, το παιχνίδι του έρωτα αλλά και το βάσανο της ανεκπλήρωτης αγάπης, χειρονομίες που φανερώνουν μιά στάση ζωής, στιγμές ευτυχίας αλλά και χαρμολύπης. Κοπέλες σαν τα κρύα νερά, προσηλωμένες στον υπολογιστή τους, δίνουν τη θέση τους σε γερασμένες υπάρξεις που λαχταράνε ένα χάδι, ενώ στιγμιότυπα από τη σύγχρονη αστική καθημερινότητα διασταυρώνονται με εικόνες και ήθη περασμένων εποχών, ανασυρμένα από «τη θάλασσα της μνήμης».
Οίκος με αυστηρές επιλογές στον τομέα της ελληνικής πεζογραφίας, ο «Πόλις» παρουσιάζει φέτος έναν πολύ καλό διηγηματογράφο, τον 40χρονο Χρήστο Οικονόμου, που μια επταετία μετά την παρθενική του συλλογή «Η γυναίκα στα κάγκελα» (εκδ. Ελληνικά Γράμματα), επιστρέφει με δεκάξι καινούριες ιστορίες που διαδραματίζονται όλες σε φτωχογειτονιές του Πειραιά, υπό τον γενικό τίτλο «Κάτι θα γίνει, θα δεις».
Η «μοχθηρή φτώχεια, η πρόστυχη», η παρατεταμένη ανεργία που μεταμορφώνει τους ανθρώπους, οι καθημερινοί εμφύλιοι ανάμεσα σ' όσους έχουν σπρωχτεί στο περιθώριο, τα ματαιωμένα όνειρα και το ροκάνισμα της αξιοπρέπειας είναι μοτίβα που διαπερνούν απ' άκρη σ' άκρη τα διηγήματα του Οικονόμου. Ναυτεργάτες και σιδεράδες, καφενόβιοι και γκαρσόνια, νταήδες και μεροκαματιάρηδες, σακατεμένοι από εργατικά ατυχήματα, «πράσινοι», «κόκκινοι», δεξιοί ή αδέσποτοι κομματικά, ντόπιοι και αλλοδαποί, οι ήρωές του προσπαθούν να κρατηθούν όρθιοι, δίνοντάς μας μια πικρή γεύση από το πώς βιώνεται εδώ και χρόνια η κρίση στο Κερατσίνι, τη Νίκαια, τα Καμίνια ή τη Δραπετσώνα, εκεί όπου ο φόβος δίνει μάχες με την ελπίδα καθημερινά.
Στον Πειραιά στρέφεται και ο Αλέξης Σταμάτης, οι «Θρυλικές ιστορίες» του οποίου αναμένονται συγκεντρωμένες από τον «Καστανιώτη» γύρω στα μέσα Μαΐου. Ολυμπιακός ως προς το... φρόνημα, αντλεί το υλικό των διηγημάτων του από γεγονότα και καταστάσεις που συνδέονται με την δημοφιλή ομάδα της πόλης, αρχής γενομένης από την περίοδο της Κατοχής, φροντίζοντας απ' τη μεριά του να μιλήσει και «για ζητήματα που απασχολούν τον άνθρωπο τόσο εντός όσο και εκτός ποδοσφαίρου, από τον έρωτα και το θάνατο, ώς την εξουσία και τη μνήμη».
Σε λίγες βδομάδες, όμως, θα κυκλοφορήσει από τον «Κέδρο» και η συλλογή «Ελληνικά Ονόματα» με πρόλογο του Μένη Κουμανταρέα, στην οποία συστεγάζονται διηγήματα μιας πλειάδας συγγραφέων της νεότερης γενιάς. Ανάμεσά τους, η Δήμητρα Κολλιάκου, η Βάσια Τζανακάρη, η Σταυρούλα Σκαλίδη ή η Μαρία Φακίνου, όπως και οι Δημήτρης Μαμαλούκας, Λευτέρης Μαυρόπουλος, Παύλος Μεθενίτης και Σπύρος Γιανναράς. Το στοίχημα με το οποίο κλήθηκαν όλοι τους ν' αναμετρηθούν, ήταν να στήσουν ιστορίες εμπνευσμένες από διάσημους Ελληνες, ζωντανούς και μη, απ' όποιον χώρο κι αν προέρχονται. Εξ ου και η ποικιλία των πρωταγωνιστών: από τον Καζαντζάκη και τον Βιζυηνό ώς τον Σκαλκώτα και τον Μπουζιάνη, κι από τη Μελίνα Μερκούρη, τη Βέρα Ζαβιτσιάνου και την Αλίκη Βουγιουκλάκη ώς τον Δημήτρη Παπαϊωάννου και ... τον Δράκο του Σέιχ Σου!
Πληροφορίες από άρθρο της ΣΤ.ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ (enet.gr)
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)